Μπορείτε να διαλευκάνετε το μυστήριο των εξετάσεων αίματος κάνοντας μία ειλικρινή συζήτηση με τον γιατρό.
Μία τυπική εξέταση αίματος περιλαμβάνει τη γενική αίματος (ΓΑ), για τον προσδιορισμό του αριθμού των λευκών αιμοσφαιρίων (WBC) και των ερυθρών αιμοσφαιρίων (RBC), καθώς και της αιμοσφαιρίνης. Αυτή η εξέταση μπορεί να αποκαλύψει αναιμία, μόλυνση ακόμη και καρκίνο του αίματος (λευχαιμία).
Μια άλλη τυπική εξέταση αίματος είναι τα βασικό μεταβολικό πάνελ για τον έλεγχο της καλής λειτουργίας της καρδιάς, της νεφρικής και ηπατικής λειτουργίας, ελέγχοντας τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, το ασβέστιο τους ηλεκτρολύτες. Για εξετάσετε τον κίνδυνο της καρδιακής νόσου, δίδεται ένας πίνακας λιποπρωτεϊνών που μετρά τα επίπεδα των λιπιδίων στο αίμα σας, όπως της καλής χοληστερόλης (HDL), της κακής χοληστερόλης (LDL) και των τριγλυκεριδίων.
Παρακάτω παραθέτουμε 10 πράγματα για τις αιματολογικές εξετάσεις, τα οποία ο γιατρός σας μπορεί να παραλείψει να σας πει:
1] Οι γιατροί συχνά παραλείπουν να αναφέρουν τα καλά νέα.
Ο γιατρός είναι αυτός που θα πρέπει να αναλύσει όλα τα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων μαζί σας. Αλλά συχνά οι γιατροί ακολουθούν τον κανόνα: «Τα καλά νέα δεν είναι νέα». Εάν η χημική σύσταση του αίματός σας και η χοληστερόλη σας πέσει εντός των φυσιολογικών ορίων, πιθανότατα ο γιατρός σας να μην σας το αναφέρει ή μπορεί να σας στείλει ένα αντίγραφο της εξέτασης αυτής με ελάχιστη (ή καθόλου) εξήγηση. Ακόμη και αν τα αποτελεσματα φαίνονται φυσιολογικά, βεβαιωθείτε και συζητήστε την εξέταση αίματος σας με το γιατρό. Ρωτήστε αν έχουν υπάρξει αλλαγές από την τελευταία εξέταση και τι σημαίνουν αυτές οι αλλαγές.
2] Το τι θεωρείται ως «φυσιολογικό» αποτέλεσμα διαφέρει σε άνδρες και γυναίκες.
Αν συγκρίνουμε τα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων σας με κάποιου άλλου, μπορεί να εκπλαγείτε με τις διαφορές που θα προκύψουν. Για παράδειγμα, το φυσιολογικό εύρος αναφοράς για τον αριθμό των ερυθρών αιμοσφαιρίων σε μία γενική εξέταση αίματος κυμαίνετε μεταξύ 5 εκατομμύρια και 6 εκατομμύρια κύτταρα ανά μικρολίτρο, για τον άνδρα. Το φυσιολογικό εύρος είναι χαμηλότερο όσον αφορά τις γυναίκες πριν από την εμμηνόπαυση, μεταξύ 4.000.000 και 5.000.000, πιθανόν λόγω της απώλειας αίματος κατά την έμμηνο ρύση.
3] Τα αποτελέσματα μπορεί να δηλώνουν διαφορετικά πράγματα ανάλογα με την ηλικία σας.
Τα κανονικά επίπεδα αιμοσφαιρίνης, σε μία ΓΑ, διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία – χαμηλότερα για τα παιδιά και υψηλότερα επίπεδα για τους ενήλικες. Για τα παιδιά, το επίπεδο της αιμοσφαιρίνης των 11 έως 13 gr / dl (gm / dl) είναι φυσιολογικά, για τους άνδρες, μια τιμή των 13,5 έως 17,5 gm / dl είναι φυσιολογική, ενώ για τις ενήλικες γυναίκες τα επίπεδα αιμοσφαιρίνης κυμαίνονται μεταξύ 12 και 15,5 gm / dl.
Η ηλικία σας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα επίπεδα χοληστερίνης σας. Ενώ οι περισσότεροι άνθρωποι θα πρέπει να εμφανίζουν LDL χοληστερόλη κάτω από 130 χιλιοστόγραμμα / dl, σε μία εξέταση αίματος με χοληστερόλη που κυμαίνεται σε επίπεδα 160 – 190 mg / dl και πάνω θέτει σε κίνδυνο την λειτουργία της καρδιάς αν είστε άνδρας άνω των 45 ετών ή γυναίκα άνω των 55 ετών.
4] Ένα «θετικό» αποτέλεσμα στην εξέταση μπορεί να μην είναι θετική είδηση.
Μερικές εξετάσεις αίματος εντοπίζουν την ασθένεια ψάχνοντας για μοριακούς δείκτες στο δείγμα του αίματός σας – όπως π.χ. το τεστ για την δρεπανοκυτταρική αναιμία, το τεστ HIV, το τεστ της ηπατίτιδας C και το BRCA1 ή BRCA2 γονίδιο για τον καρκίνο του μαστού και των ωοθηκών. Τα αποτελέσματα θεωρούνται «θετικά» όταν ο έλεγχος βρίσκει τον δείκτη ασθένειας – DNA ή πρωτεΐνες – στο δείγμα. Σε αυτές τις περιπτώσεις, θετικό αποτέλεσμα σημαίνει ότι μπορείτε να πάσχετε από τη νόσο ή την διαταραχή ή ότι μπορεί να έχετε εκτεθεί στην απειλή κατά το παρελθόν.
5] Ένα «αρνητικό» αποτέλεσμα της εξέτασης είναι συνήθως μια καλή είδηση.
Η λέξη «αρνητικό», δεν ταυτίζεται με το κακό, όταν πρόκειται για εξετάσεις αίματος. Ένα αρνητικό αποτέλεσμα σημαίνει ότι το τεστ δεν ανίχνευσε το συγκεκριμένο δείκτη ασθένειας ή τον παράγοντα κινδύνου. Όταν κάνατε μία εξέταση αίματος για να ελέγξετε αν πάσχετε από μία μολυσματική ασθένεια – π.χ. από ηπατίτιδα C, – το αρνητικό αποτέλεσμα της εξέτασης είναι καλή είδηση, καθώς αυτό σημαίνει ότι δεν βρέθηκε η μολυσματική ασθένεια.
6] Ψευδώς θετικά αποτελέσματα σε εξετάσεις αίματος συμβαίνουν πιο συχνά από ό, τι μπορείτε να σκεφτείτε.
Συχνά, για τον εντοπισμό των δεικτών ασθενείας μίας πάθησης, ο ασθενής πρέπει να υποβληθεί και σε δεύτερο διαγνωστικό τεστ, περισσότερο εξιδεικευμένο, για να διαπιστωθεί αν τα αποτελέσματα της πρώτης εξέτασης είναι ακριβή και ορθά. Ένα παράδειγμα είναι το τεστ για τον ιό HIV, στο οποίο συχνά παίρνουμε ψευδώς θετικά αποτελέσματα. Σύμφωνα με τα Αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων, σε κοινωνίες όπου περίπου 1 τοις εκατό έχουν μολυνθεί με τον ιό, τα δύο ψευδή αποτελέσματα της εξέτασης για τον ιό HIV εμφανίζονται για κάθε 10 αληθώς θετικά αποτελέσματα.
7] Ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα σε εξετάσεις αίματος συμβαίνουν πιο συχνά από ό, τι μπορείτε να σκεφτείτε.
Μερικές φορές μία και μόνο εξέταση δεν ανιχνεύει τους δείκτες μιας ασθένειας ή κατάστασης, ακόμη και πραγματικά πάσχετε από αυτή. Για παράδειγμα, αν είχατε μια εξέταση αίματος για ηπατίτιδα C και τα αποτελέσματα επέστρεψαν αρνητικά, αλλά είχατε εκτεθεί στον ιό κατά τους τελευταίους μήνες, θα μπορούσε να υπάρχει μία λοίμωξη από τον ιό που να μην έχει ανιχνευθεί ακόμη. Αν έχετε υποψίες ότι έχετε εκτεθεί στον ιό πρόσφατα, επαναλάβετε την εξέταση.
8] Οι τιμές των μετρήσεων μπορεί να διαφέρουν από εργαστήριο σε εργαστήριο.
Κατά την έκδοση των εργαστηριακών αποτελεσμάτων, οι τεχνικοί του εργαστηρίου αναλύουν και συγκρίνουν τα αποτελέσματα με βάση το εύρος τιμών αναφοράς που έχει ορίσει το συγκεκριμένο εργαστήριο. Το εύρος τιμών αναφοράς του εργαστηρίου βασίζεται στα αποτελέσματα των εξετάσεων πολλών ασθενών, οι οποίοι έχουν εξεταστεί κατά το παρελθόν σε αυτό το εργαστήριο. Αυτό το φυσιολογικό εύρος τιμών μπορεί να μην είναι το ίδιο με ένα άλλο εργαστήριο, γι ‘αυτό μην εκπλαγείτε αν διαπιστώσετε ότι η προηγούμενη έκθεση εξέτασης αίματος διαφέρει σε νεότερες αναλύσεις αίματος, καθώς η διαφορά αυτή μπορεί να οφείλεται στην αλλαγή εξεταστικού κέντρου.
9] Τα μη φυσιολογικά αποτελέσματα μπορεί να μην υποδεικνύουν ασθένεια.
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων αίματος μπορεί να μην είναι φυσιολογικά και για άλλους λόγους, εκτός της εκδήλωσης ασθένειας. Αν υποβληθήκατε σε εξέταση γλυκόζης στο αίμα και καταναλώσατε κάποια τροφή ή αλκοόλ ή κάποιο φάρμακο πριν την εξέταση ή το προηγούμενο βράδυ, τα αποτελέσματα των εξετάσεων αίματός σας μπορεί να είναι προσωρινά μη φυσιολογικά.
10] Λάθη συμβαίνουν
Αν και το να μπερδευτούν τα δείγματα αίματος ασθενών είναι κάτι που συμβαίνει σπάνια, κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί, όπως έγινε με την περίπτωση, η οποία δημοσιευτηκε στο ABC News, ενός ασθενή που κατά λάθος μπερδεύτηκε το δείγμα αίματός του με άτομο θετικό στον ιό HIV. Επίσης, άλλος ένας παράγοντας που μπορεί να επηρεάσει τα αποτελέσματα των εξετάσεων αίματος είναι και ο χειρισμός του δείγματος από τον τεχνικό, πριν την ανάλυση. Για παράδειγμα, εάν ο τεχνικός τινάζει το δείγμα αίματος σας στο σωλήνα συλλογής, τα κύτταρα του αίματος «σπάνε», με αποτέλεσμα να απελευθερώσουν τα περιεχόμενά τους και ενδεχομένως να αλλάξουν τα αποτελέσματα της εξέτασης.