O β-αιμολυτικός στρεπτόκοκκος ομάδας Β (GBS) είναι ένας τύπος βακτηρίου που αποτελεί μέρος της φυσιολογικής χλωρίδας του κόλπου αλλά και της πεπτικής οδού, περίπου στο 25% των γυναικών. Αν και συνήθως δεν προκαλεί προβλήματα στη γυναίκα, είναι δυνατό να μεταδοθεί στο έμβρυο κατά τον τοκετό και να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές στην υγεία του.
Η έκθεση του εμβρύου στον GBS αυξάνει τον κίνδυνο αποβολών, θνησιγένειας, ακόμα και θανάτου μετά τη γέννηση. Τα νεογνά αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο σηψαιμίας, μηνιγγίτιδας και πνευμονίας και αυτά που επιβιώνουν μετά από τη μόλυνση από GBS αντιμετωπίζουν συνηθέστερα οφθαλμολογικά προβλήματα, κώφωση και ψυχικά και διανοητικά προβλήματα.
Για να αποφευχθεί ο κίνδυνος μόλυνσης του εμβρύου από στρεπτόκοκκο της ομάδας Β, κατά τον τοκετό συνιστάται σε όλες τις έγκυες μεταξύ 35 και 37 εβδομάδων κύησης, ο έλεγχος για GBS. Ο έλεγχος νωρίτερα στην εγκυμοσύνη δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμος. Τα δείγματα λαμβάνονται από την κολπική και την πρωκτική περιοχή της εγκύου. Στην περίπτωση που τα αποτελέσματα του ελέγχου δείξουν ότι υπάρχει στρεπτόκοκκος της ομάδας Β, συνιστάται η λήψη αντιβιοτικών ενδοφλεβίως πριν από τον τοκετό. Ωστόσο, η θεραπεία με αντιβιοτικά από το στόμα πριν τον τοκετό δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματική στην πρόληψη των λοιμώξεων GBS στο νεογνό.
Διαβάστε επίσης: Πού μπορεί να οφείλεται η υπερβολική κόπωση στην εγκυμοσύνη;