Η λέξη αλλεργία προέρχεται από το αρχαίο άλλ(ος) και το αρχαίο έργ(ον). Επομένως, αλλεργία σημαίνει άλλον έργον, δηλαδή πράξη, που δεν είναι αναμενόμενη – μια μη – προσδοκώμενη αντίδραση.
Αυτά που έχουν ανακαλυφθεί μέχρι στιγμής για τις αλλεργικές αντιδράσεις είναι τα εξής:
- Οι συχνότερες αλλεργικές παθήσεις είναι: η αλλεργική ρινίτιδα, το άσθμα, η ρινοεπιπεφυκίτιδα, η κνίδωση (κυψέλες) και το έκζεμα. Ο επιπολασμός τους συνεχίζει να αυξάνεται, με ένα παιδί στα τρία, να επηρεάζεται πλέον από μια αλλεργική νόσο.
- Υπάρχει σημαντική υπο-διάγνωση και υπο-θεραπεία σε όλους τους τομείς της αλλεργίας, με την πλειονότητα των ασθενών να έχει αφεθεί χωρίς θεραπεία σύμφωνα με τα υπάρχοντα ιατρικά δεδομένα.
- Γνωρίζουμε ότι υπάρχει μια αύξηση σε τροφικές αλλεργίες καθώς το περιβάλλον γύρω μας αλλάζει.
Τροφικές αλλεργίες
Οι τροφικές αλλεργίες προκαλούνται από ανεπιθύμητες ανοσολογικές αντιδράσεις στα τρόφιμα.
Συμβαίνουν όταν το ανοσοποιητικό μας σύστημα θεωρεί λανθασμένα ένα τρόφιμο (αυγά,γάλα, αράπικα φιστίκια, σόγια, ψάρια, οστρακοειδή, ξηροί καρποί με κέλυφος, σιτάρι, ή κάποιο συστατικό του τροφίμου, όπως λακτόζη ή γλουτένη) ως επικίνδυνο και παράγει ειδικά αντισώματα (ανοσοσφαιρίνη Ε -IgE ) για να εξουδετερώσει αυτή την ουσία. Ακόμη και μια μικρή ποσότητα μπορεί να προκαλέσει τροφική αλλεργία και συμπτώματα όπως: πεπτικά προβλήματα, κνίδωση ή οίδημα των αεραγωγών.
Περίπου το 3 – 4% των ενηλίκων και το 6 – 8% των παιδιών ηλικίας μικρότερης των 5 ετών υποφέρουν από τροφικές αλλεργίες. Η σοβαρότητα της προκαλούμενης αλλεργικής αντίδρασης σε μια συγκεκριμένη τροφή κυμαίνεται από μια ήπια αλλά δυσάρεστη ενόχληση μέχρι σοβαρά συμπτώματα, και μπορεί να προκαλέσει ακόμα και απειλητικές για τη ζωή αντίδράσεις, όπως η αναφυλαξία.
Σε κάθε λήψη τροφίμου που προκαλεί την τροφική αλλεργία, το σώμα ανά πάσα στιγμή, ως μέρος της διαδικασίας εξουδετέρωσης, θα απελευθερώσει ισταμίνη, καθώς και άλλες χημικές ουσίες, που προκαλούν όλο το φάσμα των αλλεργικών συμπτωμάτων, από μια ρινική καταρροή έως και εξανθήματα σε αναφυλακτικό σοκ.
Τροφική ευαισθητοποίηση, τροφική αλλεργία: Ποια είναι η διαφορά;
Η τροφική αλλεργία είναι μια ανοσολογική αντίδραση σε μια συγκεκριμένη τροφή. Θα συμβεί κάθε φορά που τρώμε τα τρόφιμα, ακόμα κι αν μόνο ένα μικρό ίχνος περνά από τα χείλη μας.
Στην τροφική ευαισθητοποίηση, ή δυσανεξία, το ανοσοποιητικό μας σύστημα δεν συμμετέχει. Σε αντίθεση με μια πραγματική τροφική αλλεργία, αν υπάρχει τροφική ευαισθητοποίηση μπορεί ο οργανισμός να είναι σε θέση να ανεχθεί μικρές ποσότητες ενός τροφίμου χωρίς συμπτώματα, αλλά να προκαλέσει μια αντίδραση, εάν καταναλώνονται μεγαλύτερες ποσότητες. Η τροφική δυσανεξία είναι εξαιρετικά κοινή, επηρεάζοντας πολύ μεγαλύτερο ποσοστό του πληθυσμού από ό, τι ισχύει στις τροφικές αλλεργίες. Ενώ μια δερματική δοκιμασία ή μια εξέταση αίματος για την ανίχνευση IgE αντισωμάτων μπορεί να καθορίσει εάν υπάρχει μια τροφική αλλεργία, που συνδέεται με τα παρατηρηθέντα συμπτώματα για ένα συγκεκριμένο τρόφιμο, στην περίπτωση μιας τροφικής ευαισθητοποίησης μπορεί να χρειαστεί περαιτέρω ενδελεχής έλεγχος.
Υπάρχουν πολλά επικαλυπτόμενα σημεία και συμπτώματα και τα κυριότερα είναι τα εξής:
• Ναυτία
• Πόνος στο στομάχι
• Διάρροια
Ωστόσο, συνήθως μόνο μια τροφική αλλεργία μπορεί να προκαλέσει, εξάνθημα ή κνίδωση στο δέρμα, συριγμό, ρινική συμφόρηση, πρήξιμο του προσώπου ή του λαιμού, ζάλη, δύσπνοια και απειλητική για τη ζωή, αναφυλαξία. Μια τροφική δυσανεξία, το πιο πιθανό είναι να σας προκαλέσει προβλήματα στο πεπτικό σύστημα, όπως φούσκωμα, έμετο και καούρα, καθώς και πονοκέφαλο, ή συναισθηματικές αλλαγές, όπως ευερεθιστότητα ή νευρικότητα.
Πρέπει να τονισθεί ότι οι ευαισθησίες στα τρόφιμα μπορούν επίσης να προκαλέσουν χρόνια φλεγμονή και αλλαγές στο ανοσοποιητικό μας σύστημα που μπορεί να προκαλέσει όχι μόνο πεπτικές διαταραχές αλλά και, ενδεχομένως, αύξηση του σωματικού βάρους, άσθμα, πόνο στις αρθρώσεις, κόπωση, ακόμα και αυτοάνοσα νοσήματα.
Οι δυσανεξίες τροφίμων τείνουν να είναι πιο ευρείας κλίμακας, και συνήθως περιλαμβάνουν τη λακτόζη,τη γλουτένη (μια πρωτεΐνη που βρίσκεται στο σιτάρι και σε ορισμένα άλλα δημητριακά), τα συντηρητικά και τα πρόσθετα τροφίμων. Μπορεί κάποιος να είναι ευαίσθητος ακόμη και σε απίστευτα κοινές τροφές όπως η ζάχαρη και η καφεΐνη.
Τροφική αλλεργία στα βρέφη;
Τα ποσοστά εμφάνισης αλλεργίας έχουν αυξηθεί μαζικά κατά τα τελευταία 20 χρόνια. Μάλιστα, οι τροφικές αλλεργίες σε παιδιά κάτω των 12 μηνών προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία,διότι σύμφωνα με μελέτες το 10% των παιδιών αυτής της ηλικιακής ομάδας επηρεάζεται από αυτές.
Σύμφωνα με επιδημιολογικά στοιχεία η βρεφική τροφική αλλεργία είναι πιο διαδεδομένη σε περιοχές απομακρυσμένες από τον ισημερινό, γεγονός που υποδηλώνει ότι η ανεπάρκεια βιταμίνης D μπορεί να διαδραματίζει ένα σημαντικό ρόλο σε αυτό.
Η επάρκεια της βιταμίνης D είναι ουσιώδης για την ανάπτυξη ενός υγιούς ανοσοποιητικού συστήματος στην πρώιμη νεογνική ηλικία. Επιπλέον, τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D ενοχοποιούνται για την ανάπτυξη τροφικών αλλεργιών και στα παιδιά.
Η επάρκεια βιταμίνη D είναι σημαντικός προστατευτικός παράγοντας στη βρεφική τροφική αλλεργία;
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D έχει συνδεθεί με μια σειρά από ζητήματα υγείας, από την κακή υγεία των οστών, τις καρδιακές παθήσεις και το διαβήτη, μέχρι και ορισμένες μορφές καρκίνου. Τώρα, σύμφωνα με Αυστραλούς ερευνητές έχουν βρεθεί μια νέα σύνδεση: τα παιδιά με ανεπάρκεια βιταμίνης D διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο τροφικών αλλεργιών.
Η ανεπαρκής έκθεση στο ηλιακό φως και οι γενετικοί παράγοντες (και όχι η διατροφή) , είναι οι πιο κοινές αιτίες των χαμηλών επιπέδων της βιταμίνης D. Πιστεύουμε ότι, όπως προκύπτει από πρόσφατες μελέτες, η βιταμίνη D είναι πολύ σημαντική ώστε να διασφαλιστεί η άμυνα του εντέρου. Η βιταμίνη D είναι μόνο ένας από τους πολλούς παράγοντες που εμπλέκονται στην αλληλεπίδραση, μεταξύ των μικροβίων στο έντερο και τον τρόπο που το ανοσοποιητικό σύστημα λειτουργεί.
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D κληρονομείται από τη μητέρα;
Γνωρίζουμε, σήμερα, ότι οι μητέρες με ανεπάρκεια ή έλλειψη βιταμίνης D, είναι πιο πιθανό να γεννήσουν ένα παιδί, που να έχει έλλειψη ή ανεπάρκεια βιταμίνης D στο πρώτο έτος της ζωής του.
Ο θηλασμός, τροφές στερεάς μορφής και αλλεργίες
Οι διατροφικές συνήθειες κατά το πρώτο έτος της ζωής μπορούν να διαδραματίζουν επίσης ρόλο στην ανάπτυξη της αλλεργικής νόσου.
Σύμφωνα με μελέτες, τις περισσότερες φορές το μητρικό γάλα δεν προκαλεί αλλεργίες, ενώ οι μητέρες που θα θηλάσουν περισσότερο τα παιδιά τους, είναι πιο πιθανό να μην εμφανίσουν αλλεργίες.
Μικρής διάρκειας θηλασμός σχετίζεται με αυξημένη συχνότητα εμφάνισης αλλεργικής νόσου κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής.
Όσον αφορά την επιλογή να καθυστερήσει η εισαγωγή ορισμένων τροφίμων που είναι γνωστό ότι προκαλούν αλλεργίες, όπως, το αυγό, τα φιστίκια, το αγελαδινό γάλα ή τα ψάρια, στην πραγματικότητα μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο ανάπτυξης τους.
Μείωση του κινδύνου αλλεργίας του παιδιού σας
Δυστυχώς δεν υπάρχουν συγκεκριμένες οδηγίες για το πώς να μειώσετε τον κίνδυνο αλλεργίας του παιδιού, αλλά σύμφωνα με τα τρέχοντα δεδομένα μερικά απλά βήματα που θα μπορούσαν να βοηθήσουν προς αυτή την κατεύθυνση είναι τα εξής:
• Αποκλειστικός θηλασμός του μωρού σας για τουλάχιστον έξι μήνες.
• Εισαγωγή μια ευρείας ποικιλίας στερεών τροφών συμπεριλαμβανομένων των ελεύθερης βοσκής / βιολογικών αυγών που αποτελεί μια καλή διατροφική πηγή βιταμίνης D, περίπου στους έξι μήνες.
• Αποφυγή υπερβολών στην αποστείρωση (αν το μωρό σας εκτίθεται σε περιβάλλοντα που δεν είναι απόλυτα καθαρά, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να αγνοηθούν τα καθημερινά μέτρα υγιεινής, όπως το πλύσιμο των χεριών κλπ).
• Ασφαλής έκθεση στον ήλιο, των παιδιών, για την κάλυψη των αναγκών της βιταμίνης D.
• Έλεγχος των επίπεδων της ολικής βιταμίνης D κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης ώστε να αποφευχθεί η ανεπάρκεια. Συμπληρώματα βιταμίνης D κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, αν τα επίπεδα είναι χαμηλά.
• Λήψη προβιοτικών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, ειδικά αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό αλλεργιών για να μειωθεί ο κίνδυνος το μωρό σας αναπτύξει μια αλλεργία.
Η βιταμίνη D στην εγκυμοσύνη και η βρεφική τροφική αλλεργία
Τα υψηλά επίπεδα βιταμίνης D στη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να είναι ένας ενοχοποιητικός παράγοντας στην εμφάνιση τροφικής αλλεργίας στα νεογνά.
Στις περιπτώσεις όπου μέλλουσες μητέρες βρέθηκαν να έχουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα, η συχνότητα εμφάνισης των τροφικών αλλεργιών μέχρι την ηλικία των δύο ετών, στα παιδιά τους ήταν λιγότερο συχνή σε σχέση με περιπτώσεις όπου οι μέλλουσες μητέρες είχαν υψηλά επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα.
Ωστόσο, όλες οι μελέτες συμφωνούν ότι τα επαρκή επίπεδα βιταμίνης D είναι ιδιαίτερα σημαντικά κατά το πρώτο έτος της ζωής του παιδιού.
Οι θεωρίες είναι πολλές και ποικίλες, αλλά οι περισσότεροι συμφωνούν ότι η απότομη αύξηση των τροφικών αλλεργιών στα παιδιά κατά τη διάρκεια των τελευταίων 10 έως 20 ετών σχετίζεται άμεσα με το σύγχρονο τρόπο ζωής.